Καζαμπλάνκα (Casablanca) – 1942
Το Καζαμπλάνκα το είδα για πρώτη φορά πριν από αρκετά χρόνια. Τότε που ακόμα έγραφα τις ταινίες που έδειχνε η τηλεόραση σε βιντεοκασέτες. Και τότε που η τηλεόραση έδειχνε κάποιες αξιόλογες ταινίες και δεν έβαζε κάθε Κυριακή την ταινία του Σαββάτου σε επανάληψη. Ενώ ήμουν ακόμα στην εφηβεία, και χωρίς να διατυμπανίζω ότι είδα ξένη ασπρόμαυρη ταινία με τον κίνδυνο να φανώ σπασικλάκι, μπορώ να πω ότι η ταινία με είχε εντυπωσιάσει από τότε. Τώρα λοιπόν που την ξαναείδα, θέλοντας να την προσεγγίσω με μια κάπως πιο ώριμη ματιά, μου άφησε εξίσου ωραίες εντυπώσεις.
Η ταινία
Ως ελεύθερο γαλλικό έδαφος, η αφρικανική πόλη αποτελεί τον τελευταίο σταθμό πριν οι διωγμένοι του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου φτάσουν στην ουδέτερη Λισσαβώνα της Πορτογαλίας και από εκεί κυνηγήσουν την τύχη τους στην Αμερική. Το «Café Americain» του Ρικ (Humphrey Bogart) είναι το κέντρο όλων των – νόμιμων και μη – δραστηριοτήτων της νυχτερινής Casablanca κατά την διάρκεια του πολέμου. Στο πλαίσιο αυτών των δραστηριοτήτων, εκτυλίσσεται ένα κρυφτό-κυνηγητό με πρωταγωνιστές μια παλιά αγάπη του Ρικ, την Ίλσα (Ingrid Bergman), με τον αντιστασιακό σύζυγό της και τους αξιωματικούς των Ναζί που φιλοξενεί ο τοπικός αστυνομικός διοικητής, τρόπαιο δυο πολύ σημαντικά έγγραφα που εξασφαλίζουν την ελευθερία σε όποιον τα έχει και διαιτητή τον Ρικ.
Παρότι ασπρόμαυρη, η ταινία σε βάζει μέσα σε μια «πολύχρωμη» πόλη, η οποία την μέρα σφύζει από ζωή και αλισβερίσι στην αγορά της και τη νύχτα τα πάντα κινούνται μυστικά μέσα στο σκοτάδι. Η ιδιαίτερη γοητεία που ασκεί έχει να κάνει περισσότερο με το γεγονός ότι πρόκειται μεν για μια ελεύθερη από τους Ναζί πόλη, αλλά η «διακριτική» τους παρουσία εκεί, τους ωθεί όλους να κινούνται υπογείως.
Καλή η ερμηνεία του Humphrey Bogart, όχι όμως αρκετή για του δώσει το ‘Οσκαρ, για το οποίο ήταν υποψήφιος. Την παράσταση ωστόσο κλέβει ένας δευτερεύων χαρακτήρας, ο επιθεωρητής Ρενό (Claude Rains), ο οποίος ξεστομίζει φονικές ατάκες, αλλά στο τέλος της ταινίας γίνεται ο ίδιος παραλήπτης μιας από τις πιο γνωστές ατάκες της ιστορίας του κινηματογράφου.
Να την δω;
“You must remember this, a kiss is still a kiss, a sigh is just a sigh; the fundamental things apply, as time goes by…”. Το σήμα κατατεθέν της ταινίας. Η σκηνή με το τραγούδι “As time goes by” που παίζει ο Σαμ στο πιάνο, είναι από μόνο του ένας λόγος για να δεις την ταινία. Εκπληκτικές σκηνές, γνήσιοι διάλογοι, γεμάτο σενάριο…με μια λέξη, αριστούργημα. Δεν υπάρχει λόγος να μην την δεις, εκτός και θεωρείς το κλασικό ντεμοντέ, οπότε μάλλον θα βαρεθείς. Από την άλλη, και τι έγινε…; Είναι κλασική. Δες την, και ας βαρεθείς.