Πίτσα Γλυκόριζα (Licorice Pizza) – 2021

Ποια ήταν η καλύτερη δεκαετία της ζωής σου; Εδώ δεν υπάρχει σωστή και λάθος απάντηση. Ή μάλλον υπάρχει μία σωστή: είναι εκείνη κατά την οποία μεγάλωσες. Εκείνη κατά την οποία πέρασες τα εφηβικά σου χρόνια και άρχισες να ανακαλύπτεις τον κόσμο.

Έτσι, δεν θα πρέπει να σε παραξενεύει αν ένας 40χρονος εξυμνεί τα 90s όπου σταθεί και όπου βρεθεί. Ούτε όταν ένας 60χρονος λέει ότι την δεκαετία του 1970 τα πράγματα ήταν πιο καλά, πιο αγνά, πιο εύκολα.

Αν όμως ο 40χρονος πει σε έναν 15χρονο, κοίτα φίλε, το 1994 ήταν άπαιχτο επειδή ο Καλλίρης τραγουδούσε ‘Το νου σου κύριε οδηγέ’ και ο Ταραντίνο έφτιαξε το Pulp Fiction, ο 15χρονος θα του πει άσε μας ρε μπάρμπα.

Έτσι λοιπόν κύριε Paul Thomas Anderson όταν μεταφέρεις στο Πίτσα Γλυκόριζα όλα όσα γίνονταν πάνω κάτω στο δικό σου σημείο αναφοράς, φρόντισε να το κάνεις με τέτοιο τρόπο ώστε να κερδίζεις ένα όσο γίνεται πιο ευρύ κοινό. Και όχι με αμέτρητες αναφορές που θα καταλάβουν μόνο όσοι στα 70s ήταν στα ντουζένια τους και οι κριτικοί κινηματογράφου.

Η Ταινία

Μικρομέγαλος έφηβος (Cooper Hoffman) ζει το δικό του American dream όταν από σταρ της τηλεόρασης φτάνει να ανοίγει την μία επιχείρηση μετά την άλλη, με την βοήθεια εβραιοπούλας βοηθού φωτογράφου (Alana Haim) που γνωρίζει στο σχολείο του.

Η Πίτσα Γλυκόριζα είναι αυτό που λέμε μια μεγάλη φούσκα. Ενώ υπήρχε όλη η θετική προδιάθεση να μου αρέσει μια από τις πιο πολυσυζητημένες ταινίες της χρονιάς, όσο και αν προσπάθησα δεν τα κατάφερα.

Αρχικά δεν υπάρχει πουθενά δομημένη πλοκή. Ουσιαστικά η Πίτσα Γλυκόριζα πρόκειται για μια ταινία που αποτελείται από προσωπικές ιστορίες των πρωταγωνιστών, και για τις οποίες δεν εντοπίζεται η παραμικρή σκηνοθετική και σεναριακή προσπάθεια να συνδεθούν μεταξύ τους. Όσο ανάλαφρη και να είναι θεματικά, η αποσπασματική αφήγηση κουράζει και το τέλος αποδεικνύεται από την πρώτη κιόλας σκηνή αφόρητα προβλέψιμο.

Και μέσα σε όλο αυτό μπήκαν εμβόλιμες και πολλές αχρείαστες σκηνές. Τρανό παράδειγμα οι αρπαχτές του Sean Penn (Η Κρυφή Ζωή του Γουόλτερ Μίττυ, Το Παιχνίδι) και του Bradley Cooper (American Sniper, Οδηγός Διαπλοκής), των οποίων οι σκηνές δεν έχουν κανένα νόημα ύπαρξης.

Γενικά η αίσθηση που αφήνει η Πίτσα Γλυκόριζα είναι κάπως περίεργη. Στα μάτια ενός μέσου Έλληνα θεατή, πόσο ρεαλιστικό μπορεί να φαίνεται ένας 15χρονος να γίνεται επιχειρηματίας εν μία νυκτί; Πόσο φυσικό είναι να αράζουν και να χορεύουν παρέα 10χρονα και 12χρονα παιδιά με φτασμένους ή και μη μεσήλικες; Ίσως στην Αμερική των 70s όλα αυτά να αποτελούσαν καθημερινότητα, αλλά για μια διαφορετική πραγματικότητα όπως η δική μας, που οδηγεί σε μια άβολη δυσκολία ταύτισης, ε είναι too much.

Το μόνο που μπορεί να κρατήσει κάποιος είναι τα δύο φρέσκα πρόσωπα που μας συστήνονται στην Πίτσα Γλυκόριζα. Η Alana Haim ήταν βέβαια ήδη διάσημη αφού με τις αδερφές της, οι οποίες επίσης παίζουν στην ταινία, έχει το συγκρότημα Haim. Των οποίων τα video clip σκηνοθετεί ο Paul Thomas Anderson! Ειδικά όμως ο Cooper Hoffman, που θυμίζει τρομακτικά τον μπαμπά του Phillip Seymour Hoffman, έβγαλε μια θαυμάσια φυσικότητα στην ερμηνεία του και απ’ ότι φαίνεται θα τον ακούσουμε αρκετά στο μέλλον.

Να τη δω;

Ίσως η μεγαλύτερη απογοήτευση της χρονιάς. Δεν αποκλείεται να διακριθεί σε κάποιες κατηγορίες όπως η μουσική και το production set, αλλά σαν κινηματογραφική εμπειρία δεν έχει να σου προσφέρει τίποτα.

UPDATE: Τελικά επήλθε θεία δίκη και λογικά θα πάει ψιλοάπατη στα Όσκαρ, αφού έχει παρουσία μόνο σε τρεις (αλλά καλές) κατηγορίες: Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας και Πρωτότυπου Σεναρίου. Αν πάρει οτιδήποτε από τα τρία, θα πρόκειται για τέτοιο σκάνδαλο, που αυτό με την νίκη για την Μορφή του Νερού το 2018 θα είναι πταίσμα.

Ίσως σας ενδιαφέρουν…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *